ἀναλύσεως

ἀναλύσεως
ἀναλύσεω̆ς , ἀνάλυσις
loosing
fem gen sg (attic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Philippĭdis — Philippĭdis, Daniel, geb. in Miliäs am Pelion, um die Mitte des 18. Jahrh., studirte in Frankreich Theologie u. die allgemeinen Wissenschaften, lehrte hierauf eine Zeit lang an dem Gymnasium in Jassy u. später an den gelehrten Schulen… …   Pierer's Universal-Lexikon

  • отъпоущениѥ — ОТЪПОУЩЕНИ|Ѥ (97), ˫А с. 1.Разрешение уйти: Мирноѥ посланиѥ ѥсть рекъше грамота еп(с)пьлѧ. да ѥгда ѹбо хотѧть требѹюще нищии ѿити некде и просити мл(с)тнѧ. въземлѧтъ ѿпѹщениѥ ѿ еп(с)па. КР 1284, 94б; осѧзаи мѧ ˫ако азъ самы ѥсмь ѥгоже преже… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • Daniel Philippidis — (Greek: Δανιήλ Φιλιππίδης, ca. 1750 1832) was a Greek scholar, figure of the modern Greek Enlightenment and member of the patriotic organization Filiki Etaireia. He was one of the most active scholars of the Greek diaspora in the Danubian… …   Wikipedia

  • ανάλυση — Η διάλυση μιας σύνθετης ουσίας στα συστατικά της· το λιώσιμο μιας ουσίας· η διαίρεση του λόγουσε στοιχεία και η εύρεση της μεταξύ τους σχέσης· λεπτομερειακή έκθεση των στοιχείων μιας θεωρίας ή ενός φιλοσοφικού συστήματος· η μελέτη των στοιχείων… …   Dictionary of Greek

  • κουλομετρία — η χημ. μέθοδος αναλύσεως που βασίζεται στην ακριβή μέτρηση τής ποσότητας τού ηλεκτρισμού που διέρχεται μέσω ενός διαλύματος κατά τη διάρκεια μιας αντίδρασης, κατά την οποία παίρνει μέρος η ουσία που προσδιορίζεται. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν …   Dictionary of Greek

  • συναλοιφή — η, ΝΜΑ, και συναλιφή και συναλειφή και συναληφή ΜΑ [συναλείφω] γραμμ. φωνολογική διαδικασία που οδηγεί στη σύζευξη δύο διαδοχικών φωνηέντων σε ένα, ώστε να αποφεύγεται η χασμωδία, με συναίρεση, με κράση ή με συνίζηση μσν. αρχ. (για τα πρόσωπα τής …   Dictionary of Greek

  • σύντηγμα — το, ΝΑ [συντήκω] κράμα που παράγεται με σύντηξη αρχ. περίττωμα («λέγω δὲ περίττωμα τὸ τῆς τροφῆς ὑπόλειμμα σύντηγμα δὲ τὸ ἀποκριθὲν ἐκ τοῡ αὐξήματος ὑπὸ τῆς παρὰ φύσιν ἀναλύσεως», Αριστοτ.) …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… …   Dictionary of Greek

  • Φιλιππίδης, Δανιήλ — (Μηλιές Πηλίου 1750; – Μπάλτσα Βεσσαραβίας 1832). Λόγιος κληρικός και συγγραφέας, από τους κυριότερους εκπροσώπους του ελληνικού διαφωτισμού. Τις στοιχειώδεις σπουδές στο χωριό του συμπλήρωσε αργότερα στην Αθωνιάδα (1779), στη σχολή της Χίου και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”